Η εποχή της αμυντικής επανάπαυσης έχει τελειώσει. Η Αυστραλία δεν μπορεί πλέον να θεωρείται σοβαρός παίκτης στη διεθνή σκηνή όταν επιμένει να επενδύει μόλις 2,3% του ΑΕΠ στην εθνική της άμυνα, τη στιγμή που οι σύμμαχοί της στην Ευρώπη αποδέχονται το κάλεσμα του Προέδρου Τραμπ για 5%.
Ο κόσμος είναι πιο ασταθής από ποτέ. Από την ένταση στη Νότια Σινική Θάλασσα μέχρι τη συνεχιζόμενη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, η Αυστραλία δεν μπορεί να παραμένει θεατής. Ο Πρόεδρος Τραμπ έχει απόλυτο δίκιο όταν ζητά από τους συμμάχους της Αμερικής, ιδίως στον Ειρηνικό, να σηκώσουν το βάρος που τους αναλογεί.
Η αλήθεια είναι ότι η Αυστραλία έχει επωφεληθεί για δεκαετίες από την αμερικανική στρατιωτική ασπίδα. Δεν είναι πλέον λογικό ή δίκαιο να περιμένουμε από τους Αμερικανούς να πληρώνουν για την ασφάλεια της περιοχής μας. Αντίθετα, πρέπει να αποδείξουμε πως είμαστε άξιοι εταίροι, όχι απλώς εξαρτημένοι παρατηρητές.
Η απαίτηση του Τραμπ για αύξηση των δαπανών στο 3,5% του ΑΕΠ δεν είναι υπερβολική – είναι ρεαλιστική. Η συμφωνία AUKUS, οι δεσμεύσεις μας στο πλαίσιο του Quad και η ανάγκη για τεχνολογική υπεροχή απαιτούν σοβαρή χρηματοδότηση. Τι μήνυμα στέλνουμε όταν δεν μπορούμε να καλύψουμε ούτε τα κενά στις αστυνομικές και στρατιωτικές μας δυνάμεις;
Η ενίσχυση της άμυνας δεν σημαίνει πολεμικό κλίμα. Σημαίνει επένδυση στην ασφάλεια του κυβερνοχώρου, στην επιτήρηση των συνόρων, στην εκπαίδευση και στην ετοιμότητα. Σημαίνει επίσης ότι δείχνουμε στους συμμάχους και στους εχθρούς μας ότι παίρνουμε σοβαρά την εθνική κυριαρχία.
Ο Anthony Albanese επικαλείται τη λαϊκή εντολή για να αρνηθεί την αλλαγή πορείας. Όμως η ηγεσία δεν είναι στασιμότητα – είναι προσαρμογή. Οι γεωπολιτικές εξελίξεις απαιτούν ευελιξία και τόλμη.
Αν η Αυστραλία θέλει να παραμείνει πυλώνας σταθερότητας στην περιοχή, πρέπει να επενδύσει αναλόγως. Όχι για να ικανοποιήσει τον Τραμπ, αλλά για να διασφαλίσει το δικό της μέλλον.
Η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών είναι πράξη ευθύνης – όχι υποταγής. Είναι καιρός να αναλάβουμε τον ρόλο που μας αναλογεί στον κόσμο που διαμορφώνεται.