Σε ομιλία του σε επιτροπή της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, Ο Τούρκος υπουργός Άμυνας οξύνει το κλίμα με την Ελλάδα (και πρώην αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων), στρατηγός Yasar Güler, προκάλεσε εντάσεις στις διμερείς σχέσεις. Οι εκτενείς παρατηρήσεις του σχετικά με τους τουρκικούς εξοπλισμούς είχαν σχεδιαστεί για να κάνουν μια τολμηρή δήλωση. Σε άμεσες αναφορές επιχειρήθηκε να αναδειχθούν οι διεθνείς μετατοπίσεις που η Άγκυρα ελπίζει ότι θα λειτουργήσουν υπέρ της για την επίτευξη των στόχων της.
Ωστόσο, το πρόβλημα για την Τουρκία είναι ότι, παρά την προτίμησή της σε διαπραγματεύσεις ανατολίτικου τύπου, δεν είναι πρόθυμη να υποχωρήσει από βασικές θέσεις, ακόμη και όταν αυτές έρχονται σε κατάφωρη αντίθεση με το διεθνές δίκαιο. Η Άγκυρα κατηγορεί την Ελλάδα για «μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο», αλλά δεν αναγνωρίζει τον δικό της μαξιμαλισμό – παραβιάζοντας το σαφές διεθνές δίκαιο της θάλασσας. Συνεχίζει να πιέζει για επανένταξη στο πρόγραμμα F-35 Lightning II, αγνοώντας το γεγονός ότι το αμερικανικό δίκαιο το απαγορεύει, εκτός αν η Τουρκία αφαιρέσει το ρωσικό σύστημα S-400 από το οπλοστάσιό της.
Η συχνή ελληνική απεικόνιση των εξελίξεων ως «πρόκληση του Τούρκου υπουργού Άμυνας» είναι εξίσου αναντίστοιχη με την πραγματικότητα επί του πεδίου. Στην πραγματικότητα, οι προκλήσεις έχουν συχνά νομιμοποιηθεί από την ελληνική πλευρά, η οποία αρνείται να θέσει σαφείς κόκκινες γραμμές πριν από την έναρξη διαπραγματεύσεων. Σε κανένα σημείο η Ελλάδα δεν απαίτησε την άρση του casus belli (αιτία πολέμου) ή την προηγούμενη αναγνώριση από την Άγκυρα του διεθνούς ναυτικού δικαίου, το οποίο πρέπει να τηρούν ακόμη και οι μη υπογράφοντες. Δεν είναι νοητό, την ώρα που πολλά κράτη που αρνούνται να καταδικάσουν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία αμφισβητούν τη νομιμότητα της ενέργειας αυτής, η Ελλάδα, υπέρμαχος του διεθνούς δικαίου, αφενός δεν εφαρμόζει τις διατάξεις του και αφετέρου, με τις πράξεις της, αποδεικνύει τη σχετικότητα των νόμων αυτών.
Επί δεκαετίες, η Ελλάδα αρνείται να υποβάλει συντεταγμένες στον ΟΗΕ, ένα ουσιαστικό βήμα για την έναρξη της οριοθέτησης των θαλασσών. Επιλέγει να διαπραγματεύεται πρώτα, παρά το γεγονός ότι το διεθνές ναυτικό δίκαιο απαιτεί την αντίθετη προσέγγιση. Η μονομερής αποτυχία να επεκτείνει η Ελλάδα τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια εμπίπτει στην ίδια κατηγορία. Στην ουσία, η υποταγή στη θέληση μιας χώρας που σκοπεύει να αλλάξει το status quo αποτελεί παραβίαση του διεθνούς δικαίου.
Οι προκλήσεις του Τούρκου υπουργού Άμυνας
Εν τω μεταξύ, ο χειρισμός της κατάστασης από την Τουρκία είναι τουλάχιστον εξοργιστικός. Την ημέρα που ο υπουργός Άμυνας της Τουρκίας, μετά τις προκλήσεις του υπουργού Εξωτερικών, κλιμάκωσε την ένταση, φιλοκυβερνητικοί αρθρογράφοι επιλέγουν να μετατοπίσουν το ενδιαφέρον, δείχνοντας την ελληνική αδράνεια. Δημοσκόπηση που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα δείχνει ότι ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, «εκνευρισμένος με τον Αντώνη Σαμαρά», υποστήριξε ότι οι εθνικές ανησυχίες της Ελλάδας επικεντρώνονται πλέον σε μεγάλο βαθμό στα «εθνικά θέματα, τις σχέσεις με την Τουρκία και τους άλλους γείτονες», άποψη που συμμερίζεται μόλις το 7% του πληθυσμού. Πρόκειται για σημαντική μετατόπιση από το 66% των ερωτηθέντων τον Ιούνιο του 2022, που εξέφραζαν σοβαρές ανησυχίες για τις ενέργειες της Τουρκίας.
Ο Τούρκος υπουργός Άμυνας, υπερασπιζόμενος την παρεμπόδιση του ιταλικού ερευνητικού σκάφους που επιχειρεί στα ανοικτά της Κάσου για την τοποθέτηση καλωδίου διασύνδεσης με την Κύπρο, επικαλείται το Πρωτόκολλο της Βέρνης του 1976, το οποίο απαγόρευε την έρευνα υδρογονανθράκων στο Αιγαίο. Οι παρατηρήσεις του, συμπεριλαμβανομένης της αναφοράς στην «δυνητική υφαλοκρηπίδα μας», αναδεικνύουν την έλλειψη αμοιβαίας κατανόησης. Η Ελλάδα, πάντως, αρνείται να καταθέσει τις θαλάσσιες συντεταγμένες της στον ΟΗΕ, ενώ η Τουρκία έχει ήδη καταθέσει το αμφιλεγόμενο και παράνομο Τουρκολιμπικό Μνημόνιο.
Οι αξιώσεις και η στρατιωτική στρατηγική της Τουρκίας
Ο Τούρκος υπουργός Άμυνας αναφέρθηκε στα «τετελεσμένα γεγονότα» της Ελλάδας σε εδαφικά ζητήματα όπως το Καστελόριζο, τα οποία, όπως υποστηρίζει, η Τουρκία αποτρέπει. Ο ίδιος εξέφρασε ανησυχίες για την αποστρατιωτικοποίηση, αναφερόμενος στην πιθανή απειλή που αποτελεί η παρουσία της Ελλάδας στο ανατολικό Αιγαίο. Αναφέρθηκε επίσης στην Αλεξανδρούπολη, ένα στρατηγικό ζήτημα που απασχολεί την Τουρκία.
Φαίνεται ότι η Άγκυρα προετοιμάζεται για μια διαπραγμάτευση πλήρους κλίμακας, θεωρώντας το σημερινό διεθνές κλίμα ως μια ευκαιρία να πιέσει για παραχωρήσεις. Ωστόσο, δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται πλήρως ότι αν μαλακώσει τη θέση της -όπως π.χ. να συμφωνήσει να παραχωρήσει το σύστημα S-400- το ζήτημα δεν θα είναι πλέον με την κυβέρνηση Μπάιντεν αλλά με τους υποκείμενους νομικούς περιορισμούς.
Οικονομική στρατηγική της Τουρκίας και στρατιωτικές αγορές
Όσον αφορά τις στρατιωτικές φιλοδοξίες της Τουρκίας, δεδομένης της τρέχουσας οικονομικής πραγματικότητας, η τουρκική κυβέρνηση μπορεί να χρησιμοποιεί την επιθυμία της για προηγμένο οπλισμό ως κάλυψη για τα οικονομικά της προβλήματα. Η απόφαση να ακυρώσει την αναβάθμιση 79 F-16 και να συρρικνώσει μια πιθανή συμφωνία εξοπλισμών ύψους 23 δισεκατομμυρίων δολαρίων με τις ΗΠΑ σε 7 δισεκατομμύρια δολάρια ευθυγραμμίζεται με τις οικονομικές ανάγκες της Τουρκίας.
Ισχυριζόμενη ότι επιδιώκει την αγορά του F-35 και αγοράζοντας 40 αεροσκάφη F-16 Block 70, η Τουρκία ουσιαστικά κερδίζει χρόνο. Ακόμη και αν τα ζητήματα επιλυθούν αύριο, αυτό θα είναι μια μακροπρόθεσμη διαδικασία. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η Τουρκία να ακυρώσει τελικά και την προμήθεια των F-16. Αντιμετωπίζοντας τη νέα αμερικανική κυβέρνηση, η Τουρκία θα πρέπει να αντιμετωπίσει νομικές προκλήσεις σχετικά με το F-35, καθώς και τις τεταμένες σχέσεις της με το Ισραήλ, τους συνεχιζόμενους δεσμούς με τη Χαμάς και ένα υπουργικό συμβούλιο αξιωματούχων που έχουν επικρίνει ανοιχτά την τουρκική πολιτική, ιδίως όσον αφορά τη Ρωσία και το κουρδικό ζήτημα.