Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κήρυξε επταήμερο εθνικό πένθος μετά τους φονικούς σεισμούς – τους ισχυρότερους εδώ και ένα αιώνα – που άφησαν χιλιάδες νεκρούς στην νοτιοανατολική Τουρκία και τη βορειοδυτική Συρία. Την ίδια ώρα, ο αριθμός των θυμάτων ανατιμάται συνεχώς προς τα πάνω, με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να προειδοποιεί ακόμα και για την πιθανότητα οκταπλασιασμού των νεκρών.
«Λόγω των σεισμών που σημειώθηκαν στη χώρα μας στις 6 Φεβρουαρίου κηρύχθηκε εθνικό πένθος διάρκειας επτά ημερών. Η σημαία μας θα κυματίζει μεσίστια μέχρι τη δύση του ηλίου της Κυριακής 12 Φεβρουαρίου σε όλη τη χώρα μας και σε κτήρια τουρκικών αντιπροσωπειών στο εξωτερικό» έγραψε ο Ερντογάν στο Twitter.
Δεκαοκτώ ώρες μετά τον ισχυρό σεισμό των 7,8 βαθμών που συγκλόνισε τη νοτιοανατολική Τουρκία, η τουρκική υπηρεσία αντιμετώπισης καταστροφών (AFAD) ανακοίνωσε ότι ο απολογισμός των θυμάτων ανέρχεται πλέον σε 2.316, ενώ οι διασώστες εξακολουθούν να αναζητούν επιζώντες στα ερείπια των σχεδόν 3.500 κτηρίων που κατέρρευσαν. Οι τραυματίες είναι περισσότεροι από 11.000, ενώ 7.340 άνθρωποι έχουν απεγκλωβιστεί από τα ερείπια.
Τουλάχιστον 1.300 άνθρωποι σκοτώθηκαν και περισσότεροι από 3.400 τραυματίστηκαν στη Συρία, σύμφωνα με νεότερο απολογισμό που βασίζεται σε στοιχεία που δόθηκαν από το υπουργείο Υγείας και διασώστες. Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Υγείας της χώρας, 593 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 1.411 τραυματίστηκαν στις περιοχές που βρίσκονται υπό τον έλεγχο των κυβερνητικών δυνάμεων στις επαρχίες του Χαλεπίου (βόρεια), της Λαττάκειας (δυτικά), της Χάμας (κεντρικά) και της Ταρτούς (βορειοδυτικά). Στις περιοχές που τελούν υπό τον έλεγχο αντικαθεστωτικών στη βορειοδυτική Συρία, περισσότεροι από 700 άνθρωποι σκοτώθηκαν και άλλοι 1.050 τραυματίστηκαν, σύμφωνα με τους διασώστες.
Οι επαρχίες Γκαζιαντέπ και Καχραμάνμαρας έχουν υποστεί το σφοδρότερο πλήγμα από τη μανία του Εγκέλαδου, ενώ μεγάλες καταστροφές σημειώθηκαν στο Ντιγιάρμπακιρ, τη Μαλάτια, το Ελαζίγκ, την Οσμπανίγιε, το Κιλίς, το Αντιγιαμάν, τη Σανλιούρφα και τα Άδανα.
Ο ΠΟΥ προειδοποίησε πως ο αριθμός των νεκρών δεν αποκλείεται και να οκταπλασιαστεί, να φτάσει ο τραγικός απολογισμός δηλαδή άνω των 21.000 νεκρών.
Οι συνεχείς μετασεισμοί σκορπούν τον τρόμο στους κατοίκους και καθιστούν εξαιρετικά δύσκολο και επικίνδυνο το έργο των σωστικών συνεργείων στις σεισμόπληκτες περιοχές.
Ο σεισμός των 7,8 βαθμών ήταν ο ισχυρότερος εδώ και 84 χρόνια στην Τουρκία. Το 1939 σεισμός 7,9 βαθμών στο Ερζιντζάν είχε στοιχίσει τη ζωή σε περισσότερους από 33.000 ανθρώπους. Σήμερα, όμως, εννέα ώρες μετά το πρώτο χτύπημα του Εγκέλαδου (04:17 τοπική ώρα) ακολούθησε νέος ισχυρός σεισμός μεγέθους 7,5 βαθμών.
Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κήρυξε επταήμερο εθνικό πένθος. Την επόμενη εβδομάδα τα σχολεία θα παραμείνουν κλειστά σε όλη τη χώρα, ενώ στις σεισμόπληκτες περιοχές η λειτουργία τους θα ανασταλεί για δύο εβδομάδες, όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Παιδείας.
Το υπουργείο Άμυνας κινητοποίησε χιλιάδες στρατιώτες για να συνδράμουν στις επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης, αλλά και την αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στους σεισμόπληκτους.
Συνεχίζονται οι έρευνες στα συντρίμμια
Ομάδες διασωστών ψάχνουν για επιζώντες στα συντρίμμια του κρατικού νοσοκομείου του Ισκεντερούν (Αλεξανδρέττα), το οποίο ισοπεδώθηκε, εν μέρει, από τους σεισμούς που έχουν στοιχίσει τη ζωή σε περισσότερους από 3.000 ανθρώπους.
Καθώς έπεφτε το σκοτάδι στην περιοχή, ένας τραυματίας ανασύρθηκε από τα χαλάσματα. Οι διασώστες σκαρφάλωσαν σε έναν μεγάλο σωρό από τσιμέντο και τούβλα, που κάποτε ήταν η μονάδα εντατικής θεραπείας του Νοσοκομείου. Παρά τη βροχή και το κρύο, ελπίζουν ότι θα βρουν και άλλους ζωντανούς. Οι γεννήτριες δουλεύουν συνεχώς, δίνοντας φως στην περιοχή. Πολλοί συγγενείς ασθενών έχουν συγκεντρωθεί, περιμένοντας να μάθουν μια είδηση για τους αγαπημένους τους.
«Έχουμε έναν ασθενή που είχε μεταφερθεί στο χειρουργείο αλλά δεν ξέρουμε τι συνέβη» είπε η Τούλιν, μια 30χρονη γυναίκα, σκουπίζοντας τα δάκρυά της ενώ προσευχόταν. «Ο Θεός να μας βοηθήσει. Ήδη χάσαμε τρεις συγγενείς σήμερα, μεταξύ αυτών και τη θεία μου. Ο θείος μου είναι εκεί… Ο Θεός να δώσει να μην τον χάσουμε κι αυτόν».
Στο τμήμα του νοσοκομείου που στέκει ακόμη όρθιο, γιατροί και νοσηλευτές κάνουν ό,τι μπορούν για να φροντίσουν τους τραυματίες, εν μέσω χάους. Καθώς τα ασθενοφόρα δεν επαρκούν, πολλοί φτάνουν με ιδιωτικά αυτοκίνητα, δεκάδες κείτονται ξαπλωμένοι σε στρώματα στο πάτωμα, πλάι στην είσοδο του νοσοκομείου.
Ένας τραυματιοφορέας φτάνει φωνάζοντας «Έρχεται παιδί… παιδί, παιδί!» και ένας συνάδελφός του τρέχει να το σκεπάσει με μια κουβέρτα.
Μια νοσηλεύτρια της μονάδας εντατικής θεραπείας, η Μέρβε, είπε ότι έκανε νυχτερινή βάρδια την ώρα που χτύπησε ο σεισμός. «Ξαφνικά, το κτήριο άρχισε να τρέμει (…) Εγώ και οι φίλοι μου δεν προσπαθήσαμε να φύγουμε, δεν αφήσαμε τους ασθενείς. Τότε ακούσαμε έναν τρομερό θόρυβο, το κτήριο άρχισε να καταρρέει», αφηγήθηκε. «Οι σκάλες καταστράφηκαν, δεν μπορούσαμε να βγούμε έξω. Δεν ξέραμε στην αρχή ότι το μεγαλύτερο μέρος είχε πέσει. Αλλά όταν βγήκαμε από την αίθουσά μας, ο διάδρομος ήταν συντρίμμια».
Η Μέρβε σώθηκε. Οι συνάδελφοι και οι ασθενείς στην άλλη πτέρυγα του κτηρίου δεν ήταν τόσο τυχεροί. «Έχουν περάσει 15 ώρες, δεν μπορώ να επικοινωνήσω με κανέναν συνάδελφό μου, κανένας από αυτούς που είναι κάτω από τα συντρίμμια δεν έχει ανασυρθεί. Δεν άφησαν τους ασθενείς τους, δεν ξέρω τι να πω», πρόσθεσε.
Περισσότερα από 1.200 κτήρια καταστράφηκαν από τον σεισμό στην επαρχία Χατάι, όπου βρίσκεται το Ισκεντερούν. Τουλάχιστον 520 άνθρωποι σκοτώθηκαν στο Χατάι, σύμφωνα με τον υπουργό Υγείας Φαχρετίν Κοτζά. «Η παλιά πτέρυγα του κρατικού νοσοκομείου κατέρρευσε από τον σεισμό. Η προσπάθεια διάσωσης συνεχίζεται», είπε ο υπουργός.
«Άλλοι έκλαιγαν για τους δικούς τους ανθρώπους που είχαν εγκλωβιστεί στο κτήριο, άλλοι έβγαιναν από τα συντρίμμια χωρίς να μπορούν να πιστέψουν ότι είναι ζωντανοί, άλλοι προσεύχονταν σιωπηλά, με δάκρυα στα μάτια. Παντού γύρω μου επικρατούσε ένα χάος».
Ο Μαχμούτ Μποζαρσλάν, δημοσιογράφος της VoA, ήταν στο σπίτι του στην περιοχή του Ντιγιαρμπακίρ, όταν ο Εγκέλαδος χτύπησε την περιοχή αυτή της Τουρκίας. Χρειάστηκε δευτερόλεπτα, όπως λέει, για να πεταχτεί πάνω, να βγάλει στον δρόμο την οικογένειά του και να σπεύσει σε μια άλλη περιοχή, όπου είχε καταρρεύσει ένα κτήριο, από την οποία και μεταφέρει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, τις εικόνες που αντίκρισε εκεί.
«Επικρατούσε χάος αμέσως μετά τον σεισμό. Όλοι όσοι κατάφεραν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους βρίσκονταν στον δρόμο ή στα αυτοκίνητά τους καθώς είναι χειμώνας και κάνει κρύο.
Όταν έφτασα στο συγκεκριμένο σημείο, είδα με τα μάτια μου καμιά 20ρια άτομα να βγαίνουν ζωντανά από τα συντρίμμια μέσα από την απόλυτη καταστροφή, τραυματίες να μεταφέρονται στα ασθενοφόρα και ανθρώπους να τρέχουν δεξιά κι αριστερά αναζητώντας συγγενικά τους πρόσωπα» αφηγήθηκε ο Μαχμούτ. Ο ίδιος ήταν από τους τυχερούς, αφού το σπίτι του, ένα διώροφο κοντά σ’ ένα χωριό της περιοχής, άντεξε τα πολλά Ρίχτερ κι έμεινε όρθιο.
«Ήμουν στο σπίτι μου. Ήμουν ξύπνιος, δεν είχα κοιμηθεί ακόμα κι όταν άρχισε η γη να σείεται πήρα την οικογένειά μου και βγήκαμε όλοι αμέσως έξω. Το σπίτι μου είναι διώροφο, δεν ζω σε διαμέρισμα, ούτε σε κάποιο μεγάλο κτήριο. Παρόλο που δεν είναι ψηλό κτήριο, σείστηκε συθέμελα, ενώ τα κτήρια που δεν άντεξαν ήταν κυρίως αυτά με τους πολλούς ορόφους» είπε. Μιλώντας με τον κόσμο, μεταφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ την αγωνία των κατοίκων της περιοχής για τυχόν νέο σεισμό, λέγοντας πως η δόνηση των 7,7 Ρίχτερ που σημειώθηκε το μεσημέρι σκόρπισε ακόμη μεγαλύτερο πανικό.
«Η νύχτα θα είναι σίγουρα μακρά» είπε ο Μαχμούτ, ο οποίος -όπως και πολλοί άλλοι- φρόντισε να μεταφέρει τις αδελφές και τη μητέρα του στο σπίτι του, αφού η περιοχή όπου μένει θεωρείται πιο ασφαλής και άντεξε.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ/BBC