Λειτουργίες και μηχανισμοί δράσης
Η βιταμίνη Α, που ανήκει στις λιποδιαλυτές βιταμίνες, θεωρείται απαραίτητη για την όραση και για κάποιες συστηματικές λειτουργίες, όπως η κυτταρική διαφοροποίηση, η ανάπτυξη, η αναπαραγωγή, η μορφοποίηση των οστών και το ανοσοποιητικό σύστημα.
Τα καροτενοειδή αποτελούν την προβιταμίνη της βιταμίνης Α και αντιπροσωπεύουν μια ομάδα μορίων που είναι πρόδρομες ενώσεις της βιταμίνης Α. Αυτά βρίσκονται στα λαχανικά, καθώς και στα φρούτα με έντονο χρώμα (τομάτες, ροδάκινα) και παρουσιάζουν έντονη αντιοξειδωτική δράση. Το β-καροτένιο είναι ένα πολύ διαδεδομένο καροτενοειδές στις τροφές. Άλλα καροτενοειδή είναι το α-καροτένιο, η β-κρυπτοξανθίνη, το λυκοπένιο και η ζεαξανθίνη.
Αλληλεπιδράσεις με άλλα θρεπτικά συστατικά
Η βιταμίνη Α ή τα καροτενοειδή αλληλεπιδρούν με την βιταμίνη Ε και τη βιταμίνη Κ. Η πλεονάζουσα βιταμίνη Α φαίνεται να παρεμβαίνει στην απορρόφηση της βιταμίνης Κ. Το β-καροτένιο, όταν προσλαμβάνεται σε μεγάλες ποσότητες μπορεί να μειώσει τη συγκέντρωση της βιταμίνης Ε στο πλάσμα. Ακόμη η διατροφική κατάσταση των πρωτεϊνών και του ψευδαργύρου (Zn) στον οργανισμό επηρεάζει την κατάσταση και τη μεταφορά της βιταμίνης Α στο πλάσμα. Τα αποθέματα του σιδήρου (Fe) αλληλεπιδρούν με τη βιταμίνη Α. Η έλλειψη της βιταμίνης Α ελαττώνει την κινητοποίηση του σιδήρου από τις αποθήκες του, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε μικροκυτταρική αναιμία, γι αυτό το λόγο χρησιμοποιούνται συμπληρώματα βιταμίνης Α. Ο ρόλος της βιταμίνης στην αιμοποίηση φαίνεται στο ότι μπορεί να δράσει απευθείας στο μεταβολισμό ή στην αποθήκευση του σιδήρου ή μπορεί να επιδράσει στη διαφοροποίηση των ερυθρών αιμοσφαιρίων.
Πηγές πρόσληψης και ημερήσιες ανάγκες
Σε μια μικτή δίαιτα, μεγάλο μέρος της βιταμίνης Α προέρχεται από εστέρες της ρετινόλης, που περιέχονται σε ζωικά προϊόντα. Το συκώτι, μερικά ψάρια και το μουρουνέλαιο είναι πλούσιες πηγές βιταμίνης Α. Το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, ιδιαίτερα το τυρί και τα αυγά συνεισφέρουν ένα μεγάλο μερίδιο της καθημερινής πρόσληψης βιταμίνης Α. Σημαντικές πηγές βιταμίνης Α με τη μορφή καροτενοειδών είναι πολλά κίτρινα και κόκκινα φρούτα και λαχανικά (καρότο, ντομάτα, γλυκοπατάτα, ροδάκινο, βερίκοκο, μάνγκο, καρπούζι κλπ).
Η συνιστώμενη πρόσληψη κυμαίνεται από 0,3 mg μέχρι 0,6 mg για τα παιδιά και 0,7 mg και 0,9 mg, αντίστοιχα, για τις γυναίκες και τους άντρες. Kατά τη διάρκεια της κύησης και του θηλασμού οι απαιτήσεις είναι μεγαλύτερες και συστήνεται η πρόσληψη περίπου 0,75 mg/ημέρα κατά τη διάρκεια της κύησης και 1,2-1,3 mg/ημέρα κατά τη διάρκεια του θηλασμού. Οι επίσημες συστάσεις δηλώνουν ότι το συκώτι δε θα πρέπει να καταναλώνεται κατά τη διάρκεια της κύησης, καθώς αυξάνεται ο κίνδυνος δυσπλασιών του νεογνού. Ανάλογα με την προέλευση το συκώτι μπορεί να περιέχει μέχρι και 2500 ΙU βιταμίνης Α/g. Με μια μέση μερίδα 100 γρ. και ποσοστό απορρόφησης 45%, η κατανάλωσή του μπορεί να προσδώσει μέχρι και 100000 IU σε ακραίες περιπτώσεις.
Έλλειψη βιταμίνης Α
Η έλλειψη της βιταμίνης Α είναι λιγότερο συχνή στις αναπτυγμένες, απ’ ότι στις αναπτυσσόμενες χώρες, όπου η ανεπαρκής πρόσληψη είναι αρκετά συχνή σε παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών. Τα κύρια σημεία και συμπτώματα της έλλειψης της βιταμίνης Α είναι τα εξής :
Ανορεξία
Καθυστερημένη ανάπτυξη
Αυξημένη ευαισθησία στις λοιμώξεις
Απόφραξη και διόγκωση των θυλάκων των τριχών
Κερατινοποίηση των επιθηλιακών κυττάρων της επιδερμίδας
Ξηροφθαλμία (ξήρανση του επιπεφυκότα και του κερατοειδή χιτώνα του οφθαλμού)
Νυκταλωπία (μειωμένος σχηματισμός ροδοψίνης, με συνέπεια τη φτωχή προσαρμογή στο σκοτάδι)
Άτομα με αυξημένες ανάγκες σε βιταμίνη Α είναι εκείνα που παρουσιάζουν διαταραχές στην απορρόφηση των λιπών, όπως συμβαίνει σε νοσήματα του παγκρέατος, του ήπατος ή της χοληδόχου κύστεως.
Η στεατόρροια (αποβολή λίπους από τα κόπρανα) οδηγεί σε απώλεια λιποδιαλυτών βιταμινών, άρα και βιταμίνης Α. ΄Ατομα με χρόνια νεφρίτιδα, οξεία έλλειψη πρωτεϊνών, παράσιτα του εντέρου, οξείες λοιμώξεις και ιλαρά έχουν αυξημένες ανάγκες σε βιταμίνη Α. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνιστά τη χρήση συμπληρωμάτων στα παιδιά με ιλαρά τα οποία ζουν σε αναπτυσσόμενες χώρες.
Τοξικότητα και υπερβιταμίνωση Α
Λήψη μεγάλων ποσοτήτων βιταμίνης Α για μικρό χρονικό διάστημα μπορεί να οδηγήσει σε οξεία υπερβιταμίνωση. Σαν συμπτώματα αναφέρονται:
Η ναυτία
Ο εμετός
Η διπλωπία
Ο πονοκέφαλος
Η ζαλάδα
Γενικευμένη αποφολίδωση του δέρματος
Στους ενήλικες μια χρόνια πρόσληψη βιταμίνης Α σε ποσότητες 3-4 φορές μεγαλύτερες από τις συστάσεις μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση υπερβιταμίνωσης, η οποία εκδηλώνεται με ποικίλα συμπτώματα (μεταξύ άλλων ανορεξία, ξηρή και αφυδατωμένη επιδερμίδα με κνησμό, αλωπεκία και ξήρανση των τριχών της κεφαλής, αταξία, πονοκέφαλος, πόνοι στα οστά και τους μύες, επιπεφυκίτιδα, οφθαλμικοί πόνοι).
Οι εκδηλώσεις τοξικότητας υποχωρούν βαθμιαία όταν η υπερβολική πρόσληψη βιταμίνης διακοπεί.
Η αυξημένη πρόσληψη βιταμίνης Α >7500 μg στις εγκύους σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για δυσπλασίες των βρεφών που γεννιούνται από τις γυναίκες αυτές.
Άλλες τοξικές επιδράσεις της υπερβολικής λήψης βιταμίνης Α πιστεύεται ότι μεσολαβούνται από αλλαγές στη ρύθμιση των υποδοχέων της βιταμίνης Α (υποδοχέων των ρετινοειδών) στον πυρήνα και από επιδράσεις στον κυτταρικό πολλαπλασιασμό και την ανάπτυξη μεταξύ άλλων.