Η τελευταία προσπάθεια της κυβέρνησης Allan να εξαναγκάσει τα δημοτικά συμβούλια να συμμορφωθούν με το μεγάλο στεγαστικό της σχέδιο δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια αυταρχική υπερβολή που απειλεί να στερήσει από τις τοπικές κοινότητες το δικαίωμά τους να διαμορφώνουν τις περιφέρειές τους.
Με στόχο την κατασκευή 2,24 εκατομμυρίων νέων κατοικιών μέχρι το 2051, η κυβέρνηση έχει θέσει τελεσίγραφο στα συμβούλια: είτε να συμμορφωθούν και να αναθεωρήσουν τις διαδικασίες σχεδιασμού τους, είτε να τους αφαιρεθούν οι εξουσίες. Αυτή η επιθετική κίνηση αγνοεί τις εύλογες ανησυχίες σχετικά με τις υποδομές, τη βιωσιμότητα και τον υπεύθυνο αστικό σχεδιασμό, επιλέγοντας αντ’ αυτού μια προσέγγιση με ωμή βία σε ένα πολύπλοκο ζήτημα.
Η ρητορική της πρέμιερ καθιστά σαφές ότι η κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να «πάρει σβάρνα» τα τοπικά συμβούλια, ανεξαρτήτως των συνεπειών. «Είναι απλό, συνεργαστείτε μαζί μας για να απελευθερώσετε χώρο για περισσότερες κατοικίες ή θα το κάνουμε εμείς για εσάς», προειδοποιεί.
Η πραγματικότητα είναι ότι τα συμβούλια δεν αντιτίθενται στην οικιστική ανάπτυξη απλώς για χάρη της αντιπαράθεσης- θέτουν βάσιμα ζητήματα σχετικά με την ικανότητα των προαστιακών περιοχών να απορροφήσουν μια τόσο μαζική ανάπτυξη χωρίς κατάλληλες επενδύσεις σε υποδομές, μεταφορές και βασικές υπηρεσίες.
Η κυβέρνηση έχει ήδη αποδείξει την ασυνέπειά της, υπαναχωρώντας σε προηγούμενα σχέδια ανάπτυξης πολυώροφων κτιρίων μετά από αντιδράσεις του κοινού. Ενώ τώρα διαφημίζει μια πιο «ισορροπημένη»προσέγγιση, το αναθεωρημένο σχέδιο εξακολουθεί να επιβάλλει σημαντική επέκταση της κατοικίας σε περιοχές που ήδη διαθέτουν υπερπλήρη σχολεία, δρόμους με κυκλοφοριακό κομφούζιο και νοσοκομεία με υπερβολική πίεση.
Θεωρείται βέβαιο ότι ορισμένες περιοχές -όπως το Melton, το Wyndham και το Casey- αναμένεται να σηκώσουν το βάρος, ενώ τα πιο εύπορα εσωτερικά προάστια όπως το Boroondara και το Bayside θα ξεφύγουν με σημαντικά χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης.
Αυτός δεν είναι δίκαιος σχεδιασμός- είναι ένας πολιτικά βολικός ελιγμός που έχει σχεδιαστεί για να ελαχιστοποιήσει την αντίσταση ισχυρών ομάδων συμφερόντων, ενώ παράλληλα ρίχνει το βάρος της στέγασης στις κοινότητες που είναι λιγότερο εξοπλισμένες για να το διαχειριστούν.
Το πιο κραυγαλέο ελάττωμα σε όλο αυτό το σχέδιο είναι η έλλειψη ολοκληρωμένου σχεδιασμού των υποδομών. Οι νέες κατοικίες από μόνες τους δεν καθιστούν μια κοινότητα βιώσιμη. Χωρίς σημαντικές επενδύσεις στις δημόσιες συγκοινωνίες, την υγειονομική περίθαλψη, τα σχολεία και την αναβάθμιση των δρόμων, αυτές οι νέες αναπτύξεις κινδυνεύουν να μετατραπούν σε ανεξέλεγκτη αστική εξάπλωση αντί για ακμάζουσες, καλά ενσωματωμένες κοινότητες.
Η κυβέρνηση πρέπει να εγκαταλείψει την καταναγκαστική προσέγγισή της και να συμμετάσχει σε πραγματική διαβούλευση με τα τοπικά συμβούλια και τις κοινότητες.
Η αφαίρεση των πολεοδομικών αρμοδιοτήτων των συμβουλίων αποτελεί ένα επικίνδυνο προηγούμενο, το οποίο απορρίπτει την τοπική εμπειρογνωμοσύνη και αγνοεί τις μοναδικές ανάγκες των διαφόρων περιοχών.
Εάν η κυβέρνηση Allan έχει δεσμευτεί πραγματικά για την επίλυση της στεγαστικής κρίσης, πρέπει να δώσει προτεραιότητα στην υπεύθυνη, βιώσιμη ανάπτυξη έναντι των πολιτικών μεγαλοστομιών.