Η υγεία των γυναικών στη Βικτώρια έρχεται στο προσκήνιο, καθώς μια νέα έρευνα αποκαλύπτει ότι οι γυναίκες δεν λαμβάνουν την κατάλληλη διάγνωση και θεραπεία λόγω της μεροληπτικής στάσης των επαγγελματιών υγείας, οι οποίοι αποδίδουν τον πόνο τους σε ψυχολογικά ή προσωπικά ζητήματα.
Η Υπουργός Υγείας της Βικτώριας, Mary-Anne Thomas, αναφέρθηκε σε προκαταρκτικά ευρήματα από την έρευνα για τον χρόνιο πόνο των γυναικών, η οποία βασίστηκε σε μαρτυρίες από 13.000 γυναίκες, κορίτσια, κλινικούς γιατρούς και φροντιστές. Οι συμμετέχοντες περιέγραψαν εμπειρίες σεξισμού και μισογυνισμού στο χώρο της υγειονομικής περίθαλψης, τονίζοντας τον αντίκτυπο του χρόνιου πόνου στη ζωή τους και τις απογοητεύσεις τους από τη μη επαρκή φροντίδα.
Σύμφωνα με την έρευνα, περίπου 4.500 γυναίκες ανέφεραν ότι πάσχουν από ενδομητρίωση, 3.000 από ημικρανίες και 2.500 από πόνους περιόδου. Η κα Thomas υπογράμμισε ότι είναι σαφές πως η υγεία των γυναικών δεν αντιμετωπίζεται με τη δέουσα σοβαρότητα, με τις γυναίκες να δυσκολεύονται να πλοηγηθούν στο δημόσιο και ιδιωτικό σύστημα υγείας.
«Οι περισσότερες από αυτές μας είπαν ότι δεν τις ακούν, και αντ’ αυτού ο χρόνιος πόνος τους αποδίδεται σε ψυχολογικούς ή προσωπικούς παράγοντες», δήλωσε η κα Thomas σε συνέντευξη Τύπου στο Heidelberg της Μελβούρνης. «Αυτό είναι απαράδεκτο, διότι όταν οι γυναίκες δεν εισακούονται, αυτό σημαίνει ότι η διάγνωση δε γίνεται όταν και όπως θα έπρεπε».
Αν και η τελική έκθεση αναμένεται να παραδοθεί στο τέλος του 2024, η υπουργός ανέφερε ότι οι προτάσεις πιθανόν να περιλαμβάνουν την εκπαίδευση των κλινικών γιατρών σχετικά με την υγεία των γυναικών. Η κα Thomas τόνισε την ανάγκη για ενίσχυση των σπουδών και της επαγγελματικής κατάρτισης των θεραπόντων ιατρών ώστε να κατανοούν καλύτερα τις ειδικές συνθήκες που επηρεάζουν την υγεία των γυναικών.
Η Δρ Anita Muñoz, πρόεδρος του Βασιλικού Κολλεγίου Γενικών Ιατρών της Βικτώριας, δήλωσε ότι δεν εξεπλάγη από τα προκαταρκτικά ευρήματα, καθώς είναι σύμφωνα με δύο δεκαετίες επιστημονικής βιβλιογραφίας. Η Muñoz σημείωσε ότι το σύστημα επιδότησης αποζημιώνει τους γενικούς ιατρούς για τη μικρότερη, όχι τη μεγαλύτερη, χρονική διάρκεια με τους ασθενείς και υπογράμμισε την ανάγκη για αναθεώρηση της στάσης απέναντι στις γυναίκες με χρόνιο πόνο, καθώς και για καλύτερη κατανόηση της περίπλοκης παθοφυσιολογίας του πυελικού πόνου.
«Ο χρόνιος πόνος είναι ένα γνήσιο ιατρικό πρόβλημα που απαιτεί την ίδια προσοχή με οποιοδήποτε άλλο ιατρικό ζήτημα», κατέληξε η κα Muñoz.