Με σημαντικές ομοσπονδιακές μεταρρυθμίσεις στη φροντίδα ηλικιωμένων να τίθενται σε ισχύ από την 1η Ιουλίου, αυξάνονται οι ανησυχίες για την οικονομική πίεση που ενδέχεται να ασκήσουν στους ηλικιωμένους Αυστραλούς — ιδιαίτερα στους συνταξιούχους. Οι Μεταρρύθμιση στη Φροντίδα Ηλικιωμένων προκαλεί ανησυχία στους Ελληνοαυστραλούς.
Η Χριστίνα Τσομπάνη, φροντίστρια και υπερασπίστρια της μητέρας της που πάσχει από Αλτσχάιμερ, είναι μία από τις φωνές που εκφράζουν ανησυχία. Η μητέρα της λαμβάνει σήμερα 16 ώρες φροντίδας την εβδομάδα μέσω προγράμματος κατ’ οίκον φροντίδας επιπέδου 4.
Αν και οι υφιστάμενοι δικαιούχοι όπως η μητέρα της καλύπτονται από την πρόβλεψη «κανείς σε χειρότερη θέση», η Τσομπάνη φοβάται πως το νέο σύστημα θα αποδειχθεί οικονομικά δυσβάσταχτο για νέους δικαιούχους.
«Είναι ήδη στα οικονομικά τους όρια. Δούλεψαν μια ζωή και πλήρωσαν τους φόρους τους», είπε.
Το νέο πρόγραμμα Support at Home, το οποίο υποστηρίζεται από τα δύο μεγάλα κόμματα, θα αυξήσει την ετήσια χρηματοδότηση για όσους έχουν τις μεγαλύτερες ανάγκες φροντίδας από 60.000 σε 78.000 δολάρια.
Ωστόσο, εισάγει και υποχρεωτικές συμμετοχές για υπηρεσίες υποστήριξης, με τα κόστη να διαμορφώνονται ανάλογα με το εισόδημα και το είδος της φροντίδας.
Η κλινική φροντίδα θα παραμείνει πλήρως επιδοτούμενη, αλλά οι υπηρεσίες που σχετίζονται με την ανεξάρτητη διαβίωση και τις καθημερινές ανάγκες θα απαιτούν προσωπική συμμετοχή — μέχρι και 17,5% για όσους λαμβάνουν πλήρη σύνταξη και έως και 80% για όσους αυτοχρηματοδοτούνται.
Έχοντας μελετήσει τις αλλαγές, η Τσομπάνη υπολόγισε ότι αν η μητέρα της εντασσόταν σήμερα στο νέο σύστημα, θα πλήρωνε περίπου 200 δολάρια σε συμμετοχές ανά δεκαπενθήμερο.
«Ένα τέτοιο κόστος θα μας ανάγκαζε να περιορίσουμε σημαντικά τις υπηρεσίες που λαμβάνουμε», ανέφερε, προσθέτοντας ότι η διαδικασία αίτησης για οικονομική ελάφρυνση μέσω ειδικής πολιτικής «είναι ταπεινωτική».
Ο Τζιμ Μοραΐτης, επικεφαλής συμβουλευτικής υπηρεσίας για θέματα φροντίδας ηλικιωμένων, δήλωσε ότι οι μεταρρυθμίσεις προκαλούν εκτεταμένη σύγχυση και φόβο.
«Το γενικό κλίμα στην κοινότητά μας είναι βαθιά ανήσυχο και απογοητευμένο», είπε.
Πολλοί πάροχοι φροντίδας ηλικιωμένων σήμερα διαγράφουν τις χρεώσεις για να παραμείνουν ανταγωνιστικοί, αλλά ο Μοραΐτης σημείωσε ότι το δομημένο μοντέλο υποχρεωτικών συμμετοχών θα περιορίσει σημαντικά αυτή τη δυνατότητα στο μέλλον. Εκτίμησε ότι ακόμη και οι πλήρεις συνταξιούχοι ενδέχεται να επιβαρυνθούν με επιπλέον 10 έως 30 δολάρια την εβδομάδα — ποσό σημαντικό για κάποιον που ζει με σύνταξη 1.100 δολαρίων ανά δεκαπενθήμερο.
«Για κάποιον που ζει μόνο με την πλήρη σύνταξη, ακόμα και μια μικρή συμμετοχή μπορεί να επηρεάσει την καθημερινότητά του», εξήγησε.
Ο Μοραΐτης προειδοποίησε επίσης ότι ορισμένοι συνταξιούχοι — ιδιαίτερα όσοι έχουν πολύπλοκες οικονομικές καταστάσεις ή περιορισμένη πρόσβαση σε κεφάλαια — ίσως επιλέξουν να παραιτηθούν από απαραίτητες υπηρεσίες, με αποτέλεσμα καθυστερημένη φροντίδα και επιπλέον πίεση στα νοσοκομεία.
Συνέστησε δε να αποφεύγονται πρακτικές όπως η μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων ή η δωρεά χρημάτων σε συγγενείς για την αποφυγή χρεώσεων, επισημαίνοντας ότι το Centrelink θεωρεί τέτοιες πράξεις περιουσία για πέντε χρόνια.
«Όποιος το σκέφτεται, πρέπει να συμβουλευτεί ειδικό οικονομικό σύμβουλο, ώστε να αποφύγει απρόβλεπτες συνέπειες», τόνισε.
Καθώς πλησιάζουν οι αλλαγές του Ιουλίου, υποστηρικτές όπως η Τσομπάνη και ο Μοραΐτης ζητούν πιο ξεκάθαρη πληροφόρηση, ένα απλούστερο σύστημα και μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση για την ευαλωτότητα που αντιμετωπίζουν οι ηλικιωμένοι Αυστραλοί.
«Δούλεψαν μια ζωή, και τώρα στα γεράματα καλούνται να αποδείξουν ότι αξίζουν να υπάρχουν;» αναρωτήθηκε η Τσομπάνη.