Στη σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης, όπου όλοι, μικροί και μεγάλοι, κινούμαστε με γρήγορους ρυθμούς, το φαγητό συχνά μετατρέπεται σε κάτι περισσότερο από απλή θρέψη. Πιάνουμε συχνά τον εαυτό μας να τρώει λαίμαργα ή να καταφεύγει ακόμη και σε βουλιμικά επεισόδια (binge eating).
Πώς εξηγείται όμως ότι, όταν έρχονται οι διακοπές ή το σαββατοκύριακο, το φαγητό ξαφνικά περνάει συχνά σε δεύτερη μοίρα; Κάπως μαγικά, καταφέρνουμε να ελέγξουμε τη διατροφή μας, χωρίς τύψεις ή ενοχές.
Τι συμβαίνει τότε; Μήπως, τελικά, το φαγητό γίνεται η έξυπνη λύση για να ξεφύγουμε από την ασταμάτητη πίεση της καθημερινότητας και να αφήσουμε πίσω το άγχος που μας καταβροχθίζει;
Δεν πεινάω — Πονάω: Όταν το φαγητό γίνεται συναισθηματικό καταφύγιο
Για πολλούς, το φαγητό είναι κάτι πολύ περισσότερο από απλή θρέψη: συμβολίζει τη φροντίδα, την αγάπη και την ασφάλεια που βιώσαμε στα πρώτα μας χρόνια — το αρχέτυπο που συχνά καθορίζει πώς θα σχετιστούμε με τους άλλους στη μετέπειτα ζωή. Το φαγητό είναι, επίσης, πηγή ευχαρίστησης.
Ωστόσο, για κάποιους η σχέση με το φαγητό αποκτά μια πιο σύνθετη διάσταση. Γίνεται μέσο διαχείρισης του άγχους, της θλίψης και των δυσκολιών της ζωής — ένα πρόχειρο καταφύγιο για να ρυθμίσουν ό,τι πονά και βαραίνει μέσα τους. Αντί να επεξεργαστούν τα επώδυνα συναισθήματα, βρίσκουν προσωρινή ανακούφιση στο πιάτο — μόνο που αυτή η λύση, όσο ανακουφιστική κι αν φαίνεται, συχνά μετατρέπεται σε πηγή ψυχολογικής ταλαιπωρίας, εμποδίζοντας τη συναισθηματική ωρίμανση και την ουσιαστική επεξεργασία των εσωτερικών συγκρούσεων.
Μήπως έχετε παρατηρήσει ότι κάποιες μέρες, ένα κομμάτι τούρτα μοιάζει με τη μόνη λύση για να «ξεφορτώσετε» την πίεση της δουλειάς ή τη μοναξιά του απογεύματος; Δεν είστε μόνοι. Οι διατροφικές συμπεριφορές, ειδικά σε άτομα που βιώνουν επεισόδια βουλιμίας, επηρεάζονται συχνά από εξωτερικά γεγονότα και συναισθηματικές μεταπτώσεις. Άγχος, θλίψη, ανία, θυμός, μοναξιά — όλα αυτά μπορούν να λειτουργήσουν σαν σπίθα που ανάβει το φυτίλι. Μάλιστα, τα συμπτώματα κατάθλιψης φαίνεται να είναι από τους πιο ισχυρούς παράγοντες πρόκλησης τέτοιων επεισοδίων, όπως επισημαίνει και ο Christopher Fairburn.
Για παράδειγμα, ο Μάνος περιγράφει: «Όταν έχω στρες από τη δουλειά ή νιώθω ότι δεν μπορώ να διαχειριστώ τις υποχρεώσεις μου, πιάνω τον εαυτό μου να ψαχουλεύει τα ντουλάπια, χωρίς καν να πεινάω. Μπορεί να ξεκινήσει με κάτι μικρό, ένα μπισκότο ή λίγο τυρί. Πριν το καταλάβω, έχω φάει σχεδόν ό,τι υπάρχει πρόχειρο. Είναι σαν να προσπαθώ να σταματήσω να σκέφτομαι. Να κλείσω τον διακόπτη. Και για λίγο, αυτό πετυχαίνει. Μετά έρχεται το βάρος — κυριολεκτικά και μεταφορικά. Και μετά με κατακλύζει μια βαριά αίσθηση ήττας. Νιώθω ότι απέτυχα ξανά, ότι δεν έχω κανέναν έλεγχο, και αυτό με ρίχνει ακόμη περισσότερο. Δεν είναι η πείνα· είναι το κενό που προσπαθώ να γεμίσω».
Όταν το άγχος «διαλέγει» για εμάς: Η ρίζα του προβλήματος
Αν ανήκετε σε εκείνους που έχουν προσπαθήσει να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα μέσα από προσπάθειες αυτοβοήθειας —είτε μόνοι σας είτε ακολουθώντας καθοδηγούμενα προγράμματα— εφαρμόζοντας πρακτικές όπως η παρακολούθηση της διατροφικής σας συμπεριφοράς, η τακτική ζύγιση, η υιοθέτηση τακτικής διατροφής με την ένταξη τροφών που μέχρι πρότινος θεωρούνταν «απαγορευμένες», η αναζήτηση εναλλακτικών διεξόδων σε στιγμές έντασης (π.χ. άσκηση, μια βόλτα, μια συζήτηση με φίλο), και η αποφυγή αυστηρής δίαιτας — αλλά παρ’ όλα αυτά συνεχίζετε να δυσκολεύεστε, τότε είναι πιθανό το συναισθηματικό φορτίο και τα καθημερινά γεγονότα να εξακολουθούν να συντηρούν τον φαύλο κύκλο των βουλιμικών επεισοδίων.
Εάν παρατηρείτε ότι οι αλλαγές στις διατροφικές σας συνήθειες (π.χ. αύξηση της συχνότητας των βουλιμικών επεισοδίων) σχετίζονται με εξωτερικά γεγονότα, όπως ο αυξημένος φόρτος εργασίας, τότε είναι πιθανό τα συναισθήματα που προκαλούνται —όπως το άγχος— να συμβάλλουν στη διατήρηση της διαταραγμένης διατροφικής συμπεριφοράς.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, το κλειδί βρίσκεται στην αποτελεσματική διαχείριση τόσο των εξωτερικών γεγονότων όσο και της συναισθηματικής αντίδρασης που προκαλούν, προκειμένου να περιοριστεί η επίδρασή τους στη διατροφική συμπεριφορά. Ο Christopher Fairburn προτείνει δύο βασικές στρατηγικές: α) την προληπτική επίλυση προβλημάτων και β) την ανάπτυξη υγιών τρόπων ρύθμισης της διάθεσης, ώστε οι συναισθηματικές διακυμάνσεις να μην οδηγούν σε βουλιμικά επεισόδια ή άλλες ανθυγιεινές διατροφικές αντιδράσεις. Στο παρόν άρθρο θα εστιάσουμε στην πρώτη στρατηγική — την επίλυση προβλημάτων — μια τεχνική με ευρεία εφαρμογή σε κάθε είδους πρόβλημα της καθημερινότητας.
Η δύναμη της επίλυσης προβλημάτων στην καταπολέμηση των βουλιμικών επεισοδίων
Τα επεισόδια βουλιμίας δεν συμβαίνουν τυχαία· συνήθως συνδέονται με εξωτερικές καταστάσεις, που μπορεί να είναι θετικές, αλλά κυρίως αρνητικές. Η εφαρμογή τεχνικών επίλυσης προβλημάτων, που επικεντρώνονται στην αντιμετώπιση των καθημερινών προκλήσεων που προκαλούν αρνητικά συναισθήματα, μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για τον έλεγχο και την εξισορρόπηση των βουλιμικών επεισοδίων. Τα βήματα για την αποτελεσματική επίλυση είναι τα ακόλουθα 7.
Βήμα 1. Εντοπίστε το πρόβλημα όσο το δυνατόν νωρίτερα
Λέγεται συχνά ότι ζούμε σε μια εποχή όπου συνηθίζουμε να κλείνουμε τα μάτια στα προβλήματά μας. Όμως, η άρνηση δεν τα εξαφανίζει — αντίθετα, τα αφήνει να μεγαλώνουν. Μην αγνοείτε τις δυσκολίες της καθημερινότητας. Η ζωή είναι γεμάτη προκλήσεις, αλλά όσο νωρίτερα τις αναγνωρίζουμε, τόσο πιο εύκολα μπορούμε να τις διαχειριστούμε.
Για παράδειγμα, αν γνωρίζετε ότι η επόμενη ημέρα στη δουλειά θα είναι απαιτητική και αγχωτική, μπορείτε να προγραμματίσετε από πριν μια χαλαρωτική δραστηριότητα, όπως έναν περίπατο με έναν φίλο μετά το σχόλασμα. Έτσι, θα αποφορτιστείτε ψυχολογικά πριν επιστρέψετε στο σπίτι, μειώνοντας την πιθανότητα να καταφύγετε στο φαγητό ως μέσο εκτόνωσης.
Βήμα 2. Προσδιορισμός προβλήματος με ακρίβεια
«Εάν δεν ξέρεις πού πας, γύρνα πίσω» — αυτή η φράση από την ταινία Οι Ιππείς της Πύλου μάς θυμίζει πως, πριν ξεκινήσουμε το ταξίδι της επίλυσης ενός προβλήματος, είναι απαραίτητο να το έχουμε προσδιορίσει σωστά. Κι αυτό σημαίνει να εντοπίσουμε την πραγματική αιτία και όχι μόνο το σύμπτωμα.
Για παράδειγμα, στην περίπτωση του Μάνου που αναφέρθηκε νωρίτερα, το πρόβλημα δεν είναι το ίδιο το βουλιμικό επεισόδιο, αλλά το έντονα στρεσογόνο εργασιακό του περιβάλλον. Σε άλλες περιπτώσεις, η ρίζα του προβλήματος μπορεί να είναι η μοναξιά και η πλήξη που αισθάνεται κάποιος επιστρέφοντας το βράδυ σε ένα άδειο σπίτι.
Βήμα 3: Καταγράψτε όσο το δυνατόν περισσότερες λύσεις
Σε αυτό το στάδιο, αφήστε τη σκέψη σας ελεύθερη. Όπως έλεγε και ο Ισοκράτης: «Σχεδίαζε αργά, εκτέλεσε γρήγορα». Ο στόχος είναι να δημιουργήσετε έναν κατάλογο με όσες περισσότερες πιθανές λύσεις μπορείτε — χωρίς να απορρίπτετε καμία ιδέα, ακόμα κι αν στην αρχή φαίνεται ασυνήθιστη ή δύσκολη στην υλοποίηση. Όσο περισσότερες επιλογές έχετε μπροστά σας, τόσο αυξάνετε την πιθανότητα να βρείτε μία πραγματικά αποτελεσματική.
Αν δυσκολεύεστε, φανταστείτε ότι δίνετε συμβουλή σε έναν φίλο που έχει το ίδιο πρόβλημα — πολλές φορές, βλέπουμε καθαρότερα όταν δεν είμαστε συναισθηματικά εμπλεκόμενοι.
Για παράδειγμα, η Άννα παρατήρησε ότι στρέφεται στο φαγητό κάθε φορά που νιώθει πίεση στη δουλειά. Όταν άρχισε να σκέφτεται εναλλακτικές, της ήρθαν στο μυαλό ιδέες όπως: να βγει για περπάτημα, να ακούσει μουσική, να τηλεφωνήσει σε μια φίλη ή να ζωγραφίσει. Αν και κάποιες από τις λύσεις της αρχικά της φάνηκαν ασυνήθιστες, ένιωσε ότι πλέον είχε περισσότερους τρόπους να διαχειριστεί την πίεση — χωρίς να καταφεύγει στο φαγητό.
Βήμα 4: Εξετάστε τα υπέρ και τα κατά κάθε πιθανής λύσης
Σε αυτό το στάδιο, οι προτεινόμενες λύσεις καλούνται να περάσουν από τον “ζυγό της δικαιοσύνης”: αξιολογήστε την αποτελεσματικότητα και τη σκοπιμότητα κάθε επιλογής, ζυγίζοντας προσεκτικά τα υπέρ και τα κατά της.
Για παράδειγμα, στα υπέρ της απόφασης της Άννας να βγει για περπάτημα περιλαμβάνεται το γεγονός ότι θα κάνει ταυτόχρονα γυμναστική και θα έχει την ευκαιρία να χαζέψει τις βιτρίνες για ορισμένα ψώνια που προγραμματίζει. Στα αρνητικά, ωστόσο, είναι ο βροχερός καιρός, που ίσως την αποτρέψει.
Βήμα 5: Επιλέξτε τη βέλτιστη λύση ή έναν συνδυασμό λύσεων
Η επιλογή της καλύτερης λύσης συχνά δεν είναι τόσο δύσκολη όσο φαντάζει αρχικά. Αν στο Βήμα 3 καταγράψατε αρκετές εναλλακτικές και στο Βήμα 4 αξιολογήσατε με προσοχή τα υπέρ και τα κατά κάθε μιας, τότε η διαδικασία έχει ήδη γίνει αρκετά ξεκάθαρη. Σε αυτό το σημείο, καλείστε να αποφασίσετε ποια λύση — ή ποιος συνδυασμός λύσεων — είναι πιο πιθανό να λειτουργήσει αποτελεσματικά για εσάς.
Για παράδειγμα η Άννα, μετά την αξιολόγηση των επιλογών της, διαπίστωσε ότι το περπάτημα τη βοηθά να αποφορτιστεί, αλλά είναι πρακτικό μόνο όταν ο καιρός το επιτρέπει. Αντί να βασιστεί αποκλειστικά σε αυτό, επέλεξε έναν συνδυασμό: τις καλές μέρες θα βγαίνει για περπάτημα και τις υπόλοιπες θα ακούει μουσική ή θα ζωγραφίζει για να εκτονώνει την ένταση. Έτσι, δημιούργησε ένα πιο ευέλικτο και εφαρμόσιμο σχέδιο αντιμετώπισης.
Βήμα 6: Εφαρμογή της λύσης
Τα προβλήματα δεν λύνονται από μόνα τους — απαιτούν προσπάθεια και δράση. Αφού έχει προηγηθεί προσεκτικός σχεδιασμός και έχει επιλεγεί η βέλτιστη λύση (ή ένας συνδυασμός λύσεων), ήρθε η ώρα να περάσετε από τη θεωρία στην πράξη.
Μην ξεχνάτε: ένα σχέδιο χωρίς εφαρμογή είναι απλώς ένα όνειρο.
Βήμα 7: Αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της επιλογής
Η διαδικασία δεν τελειώνει με την εφαρμογή της λύσης. Επανεξετάστε την επόμενη ημέρα πώς λειτούργησε το πλάνο σας. Αν κάτι δεν πήγε όπως αναμενόταν, κάντε διορθωτικές κινήσεις. Αναρωτηθείτε αν μπορούσατε να έχετε ενεργήσει καλύτερα και χρησιμοποιήστε την εμπειρία σας για τη βελτίωση των μελλοντικών σας επιλογών.
Συμπερασματικά
- Αν οι προσπάθειές σας να διαχειριστείτε τα επεισόδια βουλιμίας δεν απέδωσαν, ίσως το κλειδί βρίσκεται στη διαχείριση των εξωτερικών γεγονότων (π.χ. εργασιακό περιβάλλον) και της συναισθηματικής σας αντίδρασης σε αυτά (π.χ. άγχος, θυμός).
- Η αντιμετώπιση των εξωτερικών γεγονότων και των συναισθηματικών αντιδράσεων σε αυτά απαιτεί προσεκτικό σχεδιασμό — και, κυρίως, προσωπική δουλειά. Το σχέδιο χωρίς δράση είναι απλώς ένα όνειρο.