Η βραβευμένη με Νόμπελ Οικονομίας, Εστέρ Ντιφλό, έχει επισημάνει μια σημαντική πτυχή στο παγκόσμιο οικονομικό τοπίο: το “ηθικό χρέος” που οφείλουν οι πλούσιες χώρες στις φτωχές. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της, αυτό το “ηθικό χρέος” ανέρχεται σε 500 δισ. δολάρια ετησίως. Αυτό το ποσό δεν αντιπροσωπεύει απλώς το κόστος προσαρμογής στις κλιματικές αλλαγές, αλλά είναι μια έκφραση της ευθύνης που φέρουν οι πλούσιες χώρες για την προστασία και την ευημερία των φτωχών.
Η Ντιφλό αναφέρεται στις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη στη θνησιμότητα στις φτωχές χώρες ως έναν από τους βασικούς λόγους για την ύπαρξη αυτού του “ηθικού χρέους”. Υπογραμμίζει ότι οι πλούσιες χώρες πρέπει να αναλάβουν δράση για την αντιμετώπιση αυτών των επιπτώσεων και την υποστήριξη των φτωχών χωρών.
«Οι ζημιές θα επικεντρωθούν στις φτωχές χώρες εκτός του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης», συμπλήρωσε η ίδια, επισημαίνοντας την ευθύνη των πλούσιων χωρών στην κλιματική αλλαγή.
Οι χώρες της G7 (Γερμανία, Καναδάς, ΗΠΑ, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Βρετανία), ήτοι το 10% του πληθυσμού του πλανήτη, εκπέμπει περίπου το 25% του διοξειδίου του άνθρακα που συνδέεται με το παγκόσμιο ενεργειακό σύστημα, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας.
Μια σημαντική πρόταση που προβάλλει η Ντιφλό είναι η αύξηση των φόρων στις πολυεθνικές και η φορολόγηση των μεγάλων περιουσιών, με στόχο τη χρηματοδότηση αυτού του “ηθικού χρέους”. Προτείνει επίσης την ελαφρυντική δράση στο χρέος των φτωχών χωρών και τη δημιουργία νέων διεθνών φόρων.
Η οικονομική βοήθεια για το κλίμα που οφείλουν οι πλούσιες χώρες στις αναπτυσσόμενες χώρες έχει οριστεί αυτή τη στιγμή στα 100 δισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο. Η COP29, τον Νοέμβριο στο Μπακού, αναμένεται να καθορίσει το νέο ποσό πέραν του 2025.
Ο μελλοντικός στόχος, κρίσιμος για την ανανέωση της εμπιστοσύνης μεταξύ του Βορρά και του Νότου, θα παραμείνει πολύ χαμηλότερα των αναγκών: οι αναπτυσσόμενες χώρες (εκτός της Κίνας) έχουν ανάγκη από 2,4 τρισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο έως το 2030 για να χρηματοδοτήσουν τη μετάβασή τους και να προσαρμοστούν στην κλιματική αλλαγή, σύμφωνα με υπολογισμούς ειδικών του ΟΗΕ.
Παράλληλα, πολυάριθμα σενάρια βρίσκονται στο επίκεντρο διεθνών διαπραγματεύσεων για να βρεθεί πώς θα καλυφθεί το κενό, μεταξύ άλλων η ελάφρυνση του χρέους των φτωχών χωρών ή χρηματοοικονομικές καινοτομίες μέσω νέων διεθνών φόρων.
Η πρόκληση είναι να επιτευχθεί ένας ισορροπημένος και δίκαιος μηχανισμός για την αντιμετώπιση αυτού του “ηθικού χρέους”, που θα επιτρέπει την προσαρμογή στις κλιματικές αλλαγές και τη βελτίωση της ευημερίας των φτωχών χωρών χωρίς να επιβαρύνει ακόμα περισσότερο τις ευάλωτες οικονομίες.