Ο Ελληνισμός της διασποράς βρίσκεται αντιμέτωπος με ορισμένους κοινωνικούς και ιστορικούς κινδύνους, καταστάσεις και πραγματικότητες που προκαλούν σοβαρά προβλήματα στη συνοχή και την ενότητά του και συχνά εκτροχιάζουν τους στόχους και τις επιδιώξεις του. Ας εξετάσουμε με σύνεση και ψυχραιμία τους κινδύνους αυτούς που προκαλούνται κυρίως από λόγους, όπως η έλλειψη οργάνωσης, η απουσία μεθοδικής και στοργικής πρόνοιας, ή ακόμη και από την προσπάθεια των φορέων που λειτουργούν, κυρίως της Εκκλησίας και της Πολιτείας, να διατηρήσουν ο καθένας για λογαριασμό του την εξουσία και την ευθύνη απέναντι στον Ελληνισμό. Θα χρειαστούμε τουλάχιστον δύο εβδομαδιαίες αναφορές για να ασχοληθούμε με τους κινδύνους αυτούς, μη μπορώντας βέβαια να εξαντλήσουμε τη σημασία τους.
Ο πρώτος και θεμελιώδης κίνδυνος για τη συνοχή και την ενότητα του Ελληνισμού είναι η έλλειψη σαφούς προσδιορισμού της εξουσίας και της αρμοδιότητας των θεσμικών μας δομών. Αυτό δημιουργεί έναν ασυνάρτητο και ασύμμετρο δυϊσμό επιρροής Κράτους-Εκκλησίας. Η κατάσταση αυτή του δυϊσμού προκαλεί καταστάσεις διαρχίας και συναρχίας μεταξύ των δύο αυτών φορέων στην ελληνική ομογένεια, οι οποίες συχνά καταλήγουν σε εντάσεις, διαιρέσεις, έντονες αντιπαραθέσεις και σχίσματα, όπως θα εξετάσουμε στο επόμενο άρθρο. Ο δυϊσμός εξουσίας που επικρατεί στη Διασπορά προκαλεί εμφανή δυσαρέσκεια και χρόνια ρήξη σχετικά με το ποιος είναι εθνικά, πολιτικά (όχι βέβαια πνευματικά, όπου ο ρόλος της Εκκλησίας είναι αδιαμφισβήτητος) ο αρμόδιος και εντεταλμένος φορέας του απόδημου Ελληνισμού της Διασποράς, η Ελλάδα ή το Οικουμενικό Πατριαρχείο;
Ο δεύτερος μεγάλος κίνδυνος για τον Ελληνισμό της Διασποράς είναι ο χαλαρός ή και ανύπαρκτος, κρατικός (συνταγματικός) καθορισμός αρμοδιοτήτων και σχέσεων μεταξύ Εθνικού Κέντρου και Ελληνικής Διασποράς. Το ισχύον Σύνταγμα της Ελλάδας, ο Χάρτης Λειτουργίας της Ελλάδας, δεν περιέχει ούτε ένα κεφάλαιο, ούτε ένα άρθρο στο Σύνταγμά του, που να αναφέρεται στην Ελληνική Διασπορά. Έτσι, ενώ η Ελληνική Διασπορά αποτελεί τουλάχιστον το 45% του συνολικού αριθμού των Ελλήνων, κανένα από τα 120 και πλέον άρθρα του δεν αναφέρεται στον απόδημο Ελληνισμό.
Ένας τρίτος ολέθριος κίνδυνος για τον Ελληνισμό της Διασποράς είναι η γήρανση και η βιολογική εξαφάνιση της πρώτης γενιάς των Ελλήνων μεταναστών, αυτών που οργάνωσαν και οδήγησαν στην πρόοδο και την προαγωγή της παρουσίας της Διασποράς σε όλες τις χώρες υποδοχής της. Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, μέχρι το 2035, εκτιμάται ότι μόνο μια χούφτα από τους 270.000 πρωτοπόρους μετανάστες θα είναι εν ζωή, με μέσο όρο ηλικίας τα 88 έτη (Το 2023 το προσδόκιμο ζωής στην Αυστραλία ήταν 81,3 έτη για τους άνδρες και 85,4 έτη για τις γυναίκες, ή 83,3 έτη κατά μέσο όρο). Η ραγδαία γήρανση των ελληνογενών εποίκων και η έξοδός τους από την οικογένεια (ο αριθμός των τρόφιμων των ελληνικών γηροκομείων την τελευταία δεκαετία (2003-2023) οκταπλασιάστηκε), είχε καταλυτικές συνέπειες για την εθνογλωσσική διατήρηση των απογόνων τους.
Η τέταρτη μεγάλη πρόκληση για τον Ελληνισμό της Διασποράς είναι ο συνεχής και αδόμητος μετασχηματισμός της εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων σε διαγενεακό επίπεδο. Πρόκειται για μια διαρκή μετάλλαξη της “ελληνικότητας” των παιδιών των Ελλήνων μεταναστών, όπως αυτή εξελίσσεται και διαμορφώνεται ως αποτέλεσμα της έλλειψης ενός συγκεκριμένου στρατηγικού σχεδίου συγκράτησης και διατήρησης των βασικών δομών της ταυτότητας – δηλαδή της γλώσσας και άλλων βασικών μορφών της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς. Η ελληνικότητα της Διασποράς είναι ένα ατελείωτο τρένο από χιλιάδες βαγόνια, ο καθένας μπαίνει στο βαγόνι της ελληνικότητας που επιλέγει, με βάση τις επιλογές που κάνει στην παράδοση και την πολιτιστική κληρονομιά του λαού μας, μέσα από τους αιώνες μέχρι σήμερα και όχι μόνο.
Πέμπτο και άκρως προκλητικό παραμένει η παγκόσμια νοοτροπία που διαμορφώνεται ως αποτέλεσμα της τεχνολογίας και του καταναλωτισμού, τουλάχιστον τα τελευταία σαράντα χρόνια. Μια νοοτροπία μηδενισμού, αντιφατικού αναρχισμού, κοινωνικής απαξίωσης των θεσμών και των αξιών, της παιδείας και της οικογένειας. Ο καταναλωτισμός και η άτακτη χρήση της τεχνολογίας έχουν οδηγήσει, σε γενικές γραμμές, τον άνθρωπο σε αυτό που ο Μεξικανός ποιητής Octavio Paz θεωρεί “αυτάρεσκο μηδενισμό” ή αυτό που ο Κορνήλιος Καστοριάδης δηλώνει “ασημαντότητα”. Εσωτερικά, η ευημερία, ο καταναλωτισμός και η στάση απέναντι στα επιτεύγματα της σύγχρονης κοινωνίας οδήγησαν σε επαναπροσδιορισμό της ανθρώπινης συμπεριφοράς, στο πλαίσιο του γενικού κομφορμισμού, και επέφεραν την απενεργοποίηση και την αδρανοποίηση των πολιτών εκείνων που θα μπορούσαν να διαμορφώσουν μια αυτοσυντηρούμενη και αυτοδύναμη κοινωνία.
Η αφθονία των αγαθών γέννησε την αποβλάκωση και δημιούργησε αυτό που ο Οκτάβιο Παζ ονόμασε “γενική παθητικότητα” και μετέτρεψε τους συγκροτημένους ανθρώπους σε “μάζες χωρίς θέληση και χωρίς προορισμό”. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης θα χαρακτήριζε αυτή την κατάσταση ως “σχεδόν μια στάση αποβλάκωσης στον καταναλωτικό και τηλεοπτικό αυνανισμό”. Πρόκειται για τον πολίτη που μεταλλάσσεται σε καταναλωτικό παρατηρητή, σε άτομο που είναι ιδιώτης χωρίς αστική συνείδηση, που είναι ανόητος κατά τον Αριστοτέλη. Οι κοινωνίες χωρίς μάθηση, οι κοινωνίες που εκπαιδεύονται από τεχνοκράτες αλλά χωρίς παιδεία είναι κοινωνίες χωρίς ευαίσθητους πολίτες, χωρίς πολίτες που συμμετέχουν, κοινωνίες με εξειδικευμένα άτομα (ηλίθιους) που θα είναι οι πρώτοι που θα ισοπεδωθούν από την επερχόμενη καταιγίδα της ρομποτικής. Ο συνειδητοποιημένος πολίτης δεν δέχεται να αντιμετωπίσει το μέλλον με απάθεια και απραξία, όπως μας διδάσκει ο Σοφοκλής: “Φτωχός σε τίποτα δεν ακολουθεί το μέλλον” (Σοφοκλής, Αντιγόνη, στ. 359).
Οι παραπάνω πέντε κίνδυνοι, κατά την άποψή μου, αποτελούν τους ιππότες της Αποκάλυψης για την ελληνική διασπορά. Θα επιχειρήσω να αναλύσω, από μια καθαρά ιστορική σκοπιά, τους πέντε αυτούς κινδύνους, προσφέροντας την ευκαιρία σε όλους μας να σκεφτούμε, για το μέρισμα ευθύνης που ανήκει στους παραπάνω θεσμούς που ανέφερα, αλλά και στον καθένα από εμάς, εφόσον αποδεχόμαστε να είμαστε ενεργοί πολίτες σε μια συμμετοχική κοινωνία.
*Ο καθηγητής Αναστάσιος Μ. Τάμης δίδαξε σε Πανεπιστήμια της Αυστραλίας και του εξωτερικού, υπήρξε ο δημιουργός και ιδρυτικός διευθυντής του Αρχείου Δάρδαλη της Ελληνικής Διασποράς και σήμερα είναι πρόεδρος του Αυστραλιανού Ινστιτούτου Μακεδονικών Σπουδών (AIMS).