Η παγκόσμια κοινότητα δεν έχει καταφέρει να εκπληρώσει τους περισσότερους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης που συμφωνήθηκαν το 2015, όπως η καταπολέμηση της φτώχειας και της πείνας, σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έκθεση του ΟΗΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Η έκθεση αξιολογεί την πρόοδο 193 χωρών-μελών του ΟΗΕ όσον αφορά την επίτευξη 17 στόχων βιώσιμης ανάπτυξης (SDG), οι οποίοι περιλαμβάνουν την πρόσβαση στην εκπαίδευση και την υγειονομική περίθαλψη, την καθαρή ενέργεια και τη βιοποικιλότητα.
Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι κανένας από τους 17 στόχους δε θα επιτευχθεί μέχρι το 2030, ενώ σε πολλούς τομείς παρατηρείται περιορισμένη ή ακόμα και αντιστροφή της προόδου.
«Η έκθεση δείχνει ότι ακόμα και πριν από την πανδημία, η πρόοδος ήταν ήδη αργή», δήλωσε ο Γκιγιόμ Λαφορτίν, αντιπρόεδρος του Δικτύου Λύσεων για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη του ΟΗΕ (SDSN) και κύριος συντάκτης της έκθεσης.
«Μετά την εμφάνιση της πανδημίας και άλλων κρίσεων – όπως στρατιωτικές συγκρούσεις – η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με το SDSN, οι μεγαλύτερες αδυναμίες εντοπίζονται στην καταπολέμηση της πείνας, στη δημιουργία βιώσιμων πόλεων και στην προστασία της βιοποικιλότητας. Επιπλέον, παρατηρείται οπισθοδρόμηση σε πολιτικούς στόχους, όπως η ελευθερία του Τύπου.
Η έκθεση κατατάσσει τη Σουηδία και τη Δανία στην κορυφή, ενώ η Κίνα έχει σημειώσει μεγαλύτερη πρόοδο από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Ωστόσο, στις φτωχότερες χώρες, η κατάσταση είναι χειρότερη.
Ο Λαφορτίν τόνισε ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες χρειάζονται μεγαλύτερη πρόσβαση στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Πρόσθεσε ότι οι θεσμοί, όπως οι οίκοι αξιολόγησης, πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τη μακροπρόθεσμη περιβαλλοντική και οικονομική ευημερία των χωρών, και όχι μόνο τη βραχυπρόθεσμη ρευστότητά τους.
Η έκθεση επίσης αξιολογεί την προθυμία των χωρών να συνεργαστούν σε παγκόσμιο επίπεδο μέσω των θεσμών του ΟΗΕ, με τις ΗΠΑ να καταλαμβάνουν την τελευταία θέση.
«Η μεγάλη πλειοψηφία των χωρών υποστηρίζουν τη συνεργασία, αλλά υπάρχουν μερικές μεγάλες δυνάμεις που δεν ακολουθούν τους κανόνες», σχολίασε ο Λαφορτίν.